Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2018

Ευχαριστώ

Έχω φίλους  που έχουν ρόδες αντί για πόδια.
Κ όμως όταν πήγαν Λονδίνο, τις ίδιες μέρες ακριβώς, γύρισαν τα διπλάσια μέρη από μένα.
Έχω φίλους που έχουν νοητική υστέρηση.
Κ όμως μου δηλώνουν την κοφτερή τους σκέψη  μέσα από μια κίνηση. Έχει τύχει να προσπαθώ να μη  δείξω στενοχωρημένος και να με αγκαλιάσουν, για να μου δηλώσουν ότι είναι δίπλα μου.
Θα ήθελα να είχα φίλους που δεν βλέπουν,  για να δω με τα μάτια της ψυχής.
Που δεν μιλούν για να καταλάβω ότι η αγάπη και η φιλιά δεν εκφράζεται με λόγια αλλά με πράξεις.
Η αλήθεια είναι ότι επιδιώκω να βρίσκομαι δίπλα σε άτομα, που κάποιοι λανθασμένα αποκαλούν άτομα με ειδικές ικανότητες.
Παίρνω δύναμη, χαρά και αγάπη δίπλα τους.
Γίνομαι, όχι καλύτερος άνθρωπος.  Αλλά απλά άνθρωπος.
Παύω να είμαι αχάριστος, έστω κ για λίγο.
 Eίναι ήρωες ζωής. Πραγματικοί stars (όπως και οι οικογένειες τους).
Λάμπουν για να αντιληφθούμε ότι είναι δίπλα μας κ έχουν να μας δώσουν τόσα πολλά.
Απλά δείχνοντας τους  λίγο ενδιαφέρον.
Σας ευχαριστώ.

Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2018

Κάνοντας επίσκεψη στο μυαλό



Μικρά κ μεγάλα

Φωτεινά κ με ημίφως

Κ ένα με απόλυτο σκοτάδι

Στο διάδρομο με τις πολλές πόρτες,  η πρώτη οδηγεί στην καθημερινή εργασία, που ανάλογα με τη θέση του ήλιου, η θερμότητα παλαντζάρει από τις αρνητικές  στον απόλυτο καύσωνα της δημιουργικότητας.

Αμέσως μετά  ο χώρος  που όλες οι υπέροχες στιγμές από το παρελθόν είναι  τοποθετημένες προσεκτικά πάνω σε γυαλιστερά  ράφια στο ύψος του ματιού.

Κάπου στη μέση το δωμάτιο ντουλάπα, με ρούχα που φορέθηκαν για να εντυπωσιάσουν άλλους, άλλα γιατί αισθανθήκαμε όμορφα μέσα σε αυτά κ πολλά  για να καλύψουν συναισθήματα και κενά.
Η κρεβατοκάμαρα με σεντόνια φρεσκοσιδερωμένα και πολλά μαξιλάρια στο προσκέφαλο  ή χυμένα στο πάτωμα μαζί με εσώρουχα κ ενδοιασμούς.

Στο τέλος του διαδρόμου,  η αποθήκη με τη λογική υγρασία κ δεδομένη έλλειψη φωτός κ στοιβαγμένες όλες τις δυσκολίες, όλα τα ανεπιθύμητα βιώματα που ως παρηγοριά θεωρούμε  πως μας έκαναν  πιο δυνατούς αλλά τελικά τα φέρουμε πάνω μας σαν τα σημάδια μια ουλής που έκλεισε.

Κ μπαίνουμε στο σαλόνι, με θέα τη θάλασσα,  όπου  λατρεμένα άτομα σε στάσεις σώματος που μαρτυρούν  οικειότητα,  χαλάρωση,   απόλαυση της ζωής, τρώνε pop corn-πίτσες, πίνουν coca cola, γελάνε συνεχώς , πειράζονται  κ κοιτάζουν την  απλότητα της ευτυχίας στα μάτια.

Κάπου εκεί, σε περίοπτη  θέση, η κουζίνα. Μια μάνα να τοποθετεί σε πιάτα το παστίτσιο, ανίψια να προσδοκούν μεγαλύτερες μερίδες, αδέρφια να σου γεμίζουν το ποτήρι με   αμέριμνες στιγμές, με  λιγοστά λεπτά που είσαι ο εαυτός σου χωρίς νόρμες.

Κ τέλος  το δωμάτιο που όλοι  έχουμε κλειδαμπαρωμένα μυστικά που ούτε σε μας δε μαρτυρούμε, θέλω που τα νίκησαν τα πρέπει κ ατελείωτους συμβιβασμούς.

Πάντα υπάρχει μια αυλή ή ένα panic room (όπως το βιώνει ο καθένας). Με ένα κιόσκι, ακουστικά κ ένα πληκτρολόγιο  που προσπαθεί   να μεταφέρει τις σκέψεις στις οθόνες των άλλων.




Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2018

Νιάτα μου.

Γύρω στις εννιά το βράδυ κ μετά από παρακολούθηση «δύσκολων» μαθημάτων (λογιστικές, στατιστικές, Κοινωνική Οικονομική ΙΙΙ- Ράπτης όσοι σπούδαζαν στο Οικονομικό ξέρουν) μαζευόμασταν σε σπίτι που διέθετε  έγχρωμη τηλεόραση (εγώ είχα προίκα μια ασπρόμαυρη που άνοιγε μετά από 2 λεπτά γιατί έπρεπε  να  ζεσταθούν οι λάμπες της) για να παρακολουθήσουμε τα αγαπημένα μας σήριαλ  (Τρεις χάριτες, Απαράδεκτους, Λαζόπουλο κ Αναστασία μετέπειτα).
Αν είχαμε χρήματα  (την πρώτη εβδομάδα που λαμβάναμε το επίδομα του δεκαπενθήμερου)  παραγγέλναμε πίτσα (πληρώναμε δια τα άτομα που ήμασταν παρέα), αλλιώς περιμέναμε να έρθουν τα μεσάνυχτα (την δεύτερη εβδομάδα) για να «βγουν»  τα κουλούρια στο φούρνο πίσω από την Παναγία Δεξιά.
Καθ’ όλη  τη διάρκεια  της μάζωξης  γελούσαμε με τις ατάκες των πρωταγωνιστών, τις οποίες επαναλαμβάναμε την επομένη («πάμε πλατεία;», «τι έγινε ρε παιδιά;» «Φοβερό!!!», «την Παπαρήγα την καλή») σχολιάζαμε τις διαφημίσεις , ξεφυλλίζαμε το Κλικ κ το Max, παίζαμε τάβλι κάποιοι, κάποιος προσπαθούσε να μάθει κιθάρα κ πάντα υπήρχε ένας που  έβριζε γιατί όλο αυτός σηκώνονταν για να πατήσει το κουμπί του θυροτηλέφωνου, ώστε  προστεθούν κ άλλα άτομα στην παρέα.
Χωρίς τηλέφωνα, internet κ social.
Με αφορμή ένα σήριαλ, ένα τηλεοπτικό κανάλι είχε σχηματιστεί  ένα κανάλι ξέγνοιαστης διασκέδασης κ επικοινωνίας.
Φοιτητικά χρόνια μου. Φίλοι μου. Νιάτα μου. Μega μου.

Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2018

Ένας έρωτας που δεν ενηλικιώθηκε ποτέ (αισιόδοξο τέλος)


Εγκλωβισμένοι σε κοινωνικές νόρμες κ σχέσεις.
Βολεμένοι μετά από τόσο αγώνα.
Με ένα σημαντικό κατόρθωμα:
Σημαντικοί για τους άλλους. Ασήμαντοι για τους ίδιους.
Αντάλλαξαν το πρώτο τους μήνυμα πριν από δυο καλοκαίρια.
Διστακτικά στην αρχή,  χωρίς καμιά ντροπή στην πορεία.
Για τον Καστοριάδη στην αρχή, για το αν τα καταπίνει στην πορεία.
Ώρες ατελείωτες πάνω σε μια οθόνη κινητού.
Μακριά από τα βλέμματα των δικών τους.
Κρυφά.
Στο γυμναστήριο, στη δουλεία, στο μπάνιο, στο δρόμο, στο αυτοκίνητο.
Για να μη γίνουν αντιληπτοί.
Ίσως κ να τους είχαν αντιληφθεί, αλλά τους άφηναν γιατί φοβόντουσαν μη τους χάσουν.
Παρ’ όλη την πίεση του δεν ήθελε να τον συναντήσει.
Όλα μέσα από μια πλατφόρμα επικοινωνίας.
Τα πλήκτρα αφής του κινητού τα πλήκτρα του κορμιού τους.
Ακόμα κ όταν τυχαία  έπεφταν ο ένας  πάνω στον άλλον δεν αντάλλαζαν κουβέντα, βλέμματα.
Ξένοι δια ζώσης. Εραστές στο inbox.
Της πηδούσε το μυαλό. Του πηδούσε την ψυχολογία.
Ερωτόλογα, τραγούδια, καυγάδες, πείσματα.
Κατάφεραν το ακατόρθωτο.
Να ζήσουν τον έρωτα λες και ήταν δεκαέξι ενώ ήταν γύρω στα πενήντα.
Ένας έρωτας μακριά από αρρώστιες, οικονομικές κ επαγγελματικές δυσκολίες.
Μακριά από την τριβή της καθημερινότητας.
Ποτέ Δευτέρες στη σχέση. Μόνο Κυριακές.
Χωρίς περιττά κιλά κ χαλάρωση.
Χωρίς κακό γούστο κ δυσάρεστες οσμές.
Χωρίς αχτένιστα μαλλιά.
Ένα ουτοπικά ιδανικός έρωτας.
Μέχρι που ένα μήνυμα της δε διαβάστηκε ποτέ.
Όπως κ όλα τα άλλα που ακολούθησαν.
Ήταν ο σύζυγός της που μια μέρα τον παρακάλεσε να μην της ξαναστείλει.
Το σεβάστηκε.
Αρχικά.
Ξαφνικά η ζωή έγινε δυσβάσταχτη.
Σα να μη μπορούσε να γευτεί ποτέ ζάχαρη.
Σα να κάθεται στην αμμουδιά κ να του απαγορεύεται να κολυμπήσει.
Κ αποφάσισε να βουτήξει μέσα της.
«Αν θέλεις να μηδενίσεις τη ζωή σου κ να τερματίσεις τους συμβιβασμούς, σε περιμένω»
Δεν πήρε απάντηση.
Απλά την κατάλληλη ώρα την είδε μπροστά του με μια βαλίτσα οργασμούς.
Τη φίλησε κ της είπε: «Μόλις ξαναγεννηθήκαμε».
Κ φρόντισαν αυτός ο έρωτας να μην ενηλικιωθεί ποτέ….
 

Πέμπτη 30 Αυγούστου 2018

Ένας ήλιος που δε δύει ποτέ.


Όση ώρα περιμένω να ξεπλύνεις την αρμύρα της θάλασσας,
που τόσο ζηλεύω,
αναπολώ τα καλοκαίρια μαζί σου.
Χωρίς παρέες. Μόνο εγώ κ εσύ.
Ένδειξη του πόσο απολαμβάνουμε ο ένας τον άλλον,
χωρίς η λέξη βαριέμαι να συμπεριλαμβάνεται στις προτάσεις μας.

Όση ώρα περιμένω να απαλλαχτείς από τις άσχημες συμπεριφορές της καθημερινότητάς μου,
αναπολώ τη στοργική σου κατανόηση, τη σιωπή σου κ το αγκάλιασμά σου.
Ένδειξη πως στο παραμύθι μας υπάρχει δράκος κ είμαι εγώ.

Όση ώρα περιμένω να βάλεις την κρέμα σώματος,
αναπολώ τις μυρωδιές των λέξεων σου «αγάπη μου είμαι μαζί σου μην απομακρύνεσαι με τη βάρκα των μαύρων σκέψεων σου»
Ένδειξη πως δεν τραβάω κουπί μόνος μου, πια.

Όση ώρα περιμένω να ντύσεις τους αξιοθαύμαστους τρόπους σου με το φίνο ένδυμα που τους αρμόζει,
αναπολώ τη στιγμή που τους κουρελιάζεις για να γίνεις η ηδονή μου.
Ένδειξη πως στον έρωτά σου δε υπάρχουν πρέπει μόνο μπορούμε.

Όση ώρα κ να περάσει δε θα νυχτώσει ποτέ για εμάς….
Ένδειξη πως είσαι ο μοναδικός ήλιος που δε δύει ποτέ.

Σάββατο 25 Αυγούστου 2018

Ένας έρωτας που δεν πρόλαβε να ενηλικιωθεί....


Εγκλωβισμένοι σε κοινωνικές νόρμες κ σχέσεις.
Βολεμένοι μετά από τόσο αγώνα.
Με ένα σημαντικό κατόρθωμα:
Σημαντικοί για τους άλλους. Ασήμαντοι για τους ίδιους.
Αντάλλαξαν το πρώτο τους μήνυμα πριν από δυο καλοκαίρια.
Διστακτικά στην αρχή,  χωρίς καμιά ντροπή στην πορεία.
Για τον Καστοριάδη στην αρχή, για το αν τα καταπίνει στην πορεία.
Ώρες ατελείωτες πάνω σε μια οθόνη κινητού.
Μακριά από τα βλέμματα των δικών τους.
Κρυφά.
Στο γυμναστήριο, στη δουλεία, στο μπάνιο, στο δρόμο, στο αυτοκίνητο.
Για να μη γίνουν αντιληπτοί.
Ίσως κ να τους είχαν αντιληφθεί, αλλά τους άφηναν γιατί φοβόντουσαν μη τους χάσουν.
Παρ' όλη την πίεση του δεν ήθελε να τον συναντήσει.
Όλα μέσα από μια πλατφόρμα επικοινωνίας.
Τα πλήκτρα αφής του κινητού τα πλήκτρα του κορμιού τους.
Ακόμα κ όταν τυχαία έπεφταν ο ένας  πάνω στον άλλον δεν αντάλλαζαν κουβέντα, βλέμματα.
Ξένοι δια ζώσης. Εραστές στο inbox.
Της πηδούσε το μυαλό. Του πηδούσε την ψυχολογία.
Ερωτόλογα, τραγούδια, καυγάδες, πείσματα.
Κατάφεραν το ακατόρθωτο.
Να ζήσουν τον έρωτα λες και ήταν δεκαέξι ενώ ήταν γύρω στα πενήντα.
Ένας έρωτας μακριά από αρρώστιες, οικονομικές κ επαγγελματικές δυσκολίες.
Μακριά από την τριβή της καθημερινότητας.
Ποτέ Δευτέρες στη σχέση. Μόνο Κυριακές.
Χωρίς περιττά κιλά κ χαλάρωση.
Χωρίς κακό γούστο κ δυσάρεστες οσμές.
Χωρίς αχτένιστα μαλλιά.
Ένας ουτοπικά ιδανικός έρωτας.
Μέχρι που ένα μήνυμα του δε διαβάστηκε.
Όπως κ όλα τα άλλα που ακολούθησαν.
Ήταν ο σύζυγός της που μια μέρα του έστειλε προσωπικό μήνυμα:
«Σας ευχαριστώ που ήσασταν δίπλα της αυτά τα δυο χρόνια. Από την ημέρα ο καρκίνος μπήκε στη ζωή της,  μπήκατε κ εσείς. Οι διάλογοί σας ήταν το καλύτερο παυσίπονο. Η αισιοδοξία της. Η ξέγνοιαστη ζωή της.
 Ένας έρωτας στα δεκαέξι, που δεν πρόλαβε να γίνει δεκαοχτώ».



Σάββατο 28 Ιουλίου 2018

Αερόστατα θερμής αγάπης


Κ ξαφνικά ο ουρανός έγινε γκρι.
Στάχτη πάνω στα λευκά σύννεφα.
Φλόγες πόνου κ κραυγές στον αέρα.
Κ ξαφνικά ο ουρανός γέμισε αγγέλους.
Κάθε ηλικίας.
Κ σιγά σιγά ο ουρανός έγινε πάλι θαλασσί.
Μ' ένα τεράστιο ήλιο αισιοδοξίας κ ελπίδας.
Με πολύχρωμα αερόστατα που φτάνουν ακόμη πιο ψηλά, κάθε φορά που σάκοι  με  άμμο- λάθη του παρελθόντος  αδειάζονται-διορθώνονται δεν επαναλαμβάνονται.
Μ' αίσθημα ευθύνης.
Μ' αίσθημα αλληλεγγύης.
Με πολλά συναισθήματα: φόβο, μίσος, οργή, θλίψη.
Μ' ένα όμως κυρίαρχο: την αγάπη.

Πέμπτη 19 Ιουλίου 2018

Δε θέλω μέσα σου, θέλω μέσα στο μυαλό σου


Σήμερα σε κοίταξα τόσο διεισδυτικά, που εισχώρησα στην αποθήκη του μυαλού σου.
Στην είσοδο ο αδερφός σου (πάντα έχεις την έννοια του) και ο πατέρας σου μου χαμογέλασαν ενώ η μητέρα σου ήταν πιο σοβαρή (πάντα πίστευε ότι άξιζες κάτι καλύτερο και η πλάκα είναι ότι συμφωνώ απόλυτα μαζί της).
Παραδίπλα η δική μου οικογένεια, οι αδερφικοί μου φίλοι που τους αγαπάς γιατί ξέρεις ότι τους λατρεύω.
Να και οι δικές σου φίλες που με κοιτούν επικριτικά (γνωρίζουν όλες τις φορές που σε πληγώνω γιατί μόνο με αυτές, τις μοιράζεσαι).
Μπαίνοντας πιο μέσα ο κομμωτής σου, η κοπέλα που σου κάνει τα νύχια, μιας και θέλεις να στέκεις περιποιημένη δίπλα μου.
Ένα φόρεμα και ένα άρωμα διακρίνω στο σκοτάδι. Είσαι θηλυκό με γούστο.
Οι διαδικτυακοί μου φίλοι, βρίσκονται κ αυτή στη σκέψη σου. Αυτοί που με κλέβουν τις ώρες που είμαστε μαζί, αλλά επειδή είσαι ανώτερος άνθρωπος δεν μου είπες ποτέ κουβέντα.
Να κ ο Παντελίδης, ο Βέρτης κ η Μαστραλέξη. Δεν είναι τα ακούσματα σου, τι γυρεύουν εδώ; Ξέχασα είναι τα δικά μου ακούσματα.
Στο πιο σκοτεινό γεμάτο υγρασία σημείο και αυτός ο κακόγουστος με νοημοσύνη κάτω του μετρίου.
Και εγώ; Που είμαι εγώ;
Δεν βρίσκομαι εκεί.
Μα κοιτάω σε λάθος σημείο.
Είμαι στις φλέβες σου, στους πνεύμονές σου, στους οργασμούς σου.
(το κείμενο είναι εμπνευσμένο από ένα spot του Ερωτικού FM, που άκουσα στην επιστροφή από Θεσσαλονίκη).

Τετάρτη 11 Ιουλίου 2018

Μια βαλίτσα όνειρα


Μόνος κλασικά στο μπαρ.
Αυτός, οι σκέψεις του κ το ποτό.
Αυτό το τζιν με το αγγουράκι, οι μόνοι του σύντροφοι εδώ κ 3 χρόνια.  
Αυτό το μπλε τζιν, το μόνο που τον χάιδευε τα σκέλια του  (πέρα από τον ίδιο) εδώ κ 1 χρόνο ακριβώς . Τότε που  πήρε την απόφαση να μην πνίγει τις ηδονές του σε πληρωμένα κορμιά.
Μέσα από τον απέναντι καθρέπτη είδε την επιθυμία για ζωή κ για εκσπερμάτωση.
Αυτή ξανθιά, με το στήθος μαγνήτη των βλεμμάτων, κάθισε δίπλα του κ άρχισε να πίνει καπνίζοντας ένα τσιγάρο. 
«Ας  γινόμουν  καπνός για  να εισχωρήσω μέσα της»  σκέφτηκε κ έριξε  ένα βλέμμα καθώς  κ τα χαρτιά του (φουλ  του έρωτα, με κέρδισες).
Λίγο η θέα του Βοσπόρου, λίγο το ότι τον είχαν πιει σε λιγότερο από 2 ώρες, τα σεντόνια του ξενοδοχείο του έπρεπε να αλλαχθούν μιας κ ήταν αποδέκτες  (μαζί με την κοιλιά της) ιδρώτα, σάλιου κ σπέρματος.
Κάθε φορά που εισχωρούσε μέσα στα μάτια της, σε αυτό το καταπράσινο λιβάδι με μικρές διάσπαρτες μπλε λίμνες, ήταν σαν  να εισχωρεί  αέρας αισιοδοξίας κ λυτρωτικό φως στη ζωή του, όπως όταν ανοίγουμε την μπαλκονόπορτα  κ τα παντζούρια σε ένα δωμάτιο που έχει μείνει χρόνια κλειστό στην επιθυμία.
Επιτέλους του χαμογελούσε κ μαζί της του χαμογελούσαν όλοι οι πωλητές στην αιγυπτιακή  αγορά όταν προσπαθούσαν  να του πουλήσουν το μπαχάρι της χαμένης στύσης που τη ξανασυνάντησε επιτέλους πιο ανανεωμένη από ποτέ. Όλοι οι  ταξιτζήδες  που έτρεχαν με ιλιγγιώδη ταχύτητα στους δρόμους κ ξαφνικά σταματούσαν βίαια κ άρχιζαν  την ξέφρενη πορεία τους ξανά όπως αυτός μέσα της. Του χαμογελούσε κ του χαμογελούσαν  όλοι στο Καπαλί Τσαρσί  κάθε φορά που αρνούνταν να κάνει παζάρια πλέον στα θέλω του.
K όπως συνήθως, οι ηλιόλουστες μέρες δε διαρκούν για πάντα κ δίνουν τη θέση τους για λίγο στη βροχή.  Δακρύων.
 Έπρεπε να επιστρέψουν πίσω. Κ ο έρωτάς του μια μέρα νωρίτερα, όπως ήταν προκαθορισμένο.
Στο αεροδρόμιο όταν οι γλώσσες δεν συναντιόνταν  έδιναν υποσχέσεις για το μέλλον.  
Μαζί όσο η καρδιά θα έχει χτύπο. Όσο η φλέβα θα έχει κινητικότητα.
Ένα τηλέφωνο μετά από λίγο του έδωσε τη βεβαιότητα της μελλοντικής συνάντησης.
 Είχε ξεχάσει τη μικρή της βαλίτσα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου. Φυσικά κ θα της την παρέδιδε ο ίδιος προσωπικά μαζί  με το ερωτικό του μέλλον.
Κ επιτέλους ήρθε η ώρα της δικής του αναχώρησης. Σε λιγότερο από 6 ώρες θα χαϊδεύει τη ραχοκοκαλιά της.
Γιατί να είχε έρθει με το αυτοκίνητο; Δεν απολάμβανε τη διαδρομή επιστροφής πλέον.  Έπνιγε με βίαιο τρόπο  τα χιλιόμετρα για να συντομεύσει το χρόνο απουσίας.
Μα γιατί  έλεγχος στα τουρκικά σύνορα;  Μα γιατί να ανοίξουν τη βαλίτσα της; Ζήλευε που θα αντίκριζα κ θα άγγιζαν, οι άλλοι,  τα προσωπικά της αντικείμενα. 
Κ ηρέμησε όταν αντί για τα δαντελένια της εσώρουχα  άγγιξαν σακουλάκια με λευκή σκόνη.
Πολλά σακουλάκια.
Μέσα στη φυλακή,  ζώντας το δικό του express του μεσονυχτίου, ο χρόνος περνούσε με την ανάμνησή της. 
Ήταν ό,τι πιο δυνατό αισθάνθηκε ποτέ.
 Κ ακόμη μετά από όλα αυτά,  τη νοσταλγούσε  όπως ο Έλληνας την Πόλη.
Σαν την πόλη που θα ήθελε να την είχε πίσω ξανά.

Σάββατο 30 Ιουνίου 2018

Ήρθε ο καιρός...

Ήρθε ο καιρός:
Να σέβεσαι ενώ δε σε σέβονται
Να σταματήσεις να υποτιμάς ενώ στο βάθος εκτιμάς
Να μην κάνεις αυτά που σου κάνουν
Να λαμβάνεις τη σιωπή των άλλων ως ήττα τους  (γιατί μερικές φορές  λέει πολύ περισσότερα)
Να σχολιάζεις, κουτσομπολεύεις για το fun της στιγμής
Να πάψεις να  περιμένεις να λειτουργούν οι άλλοι όπως εσύ (μπορεί τελικά να λειτουργούν καλύτερα)
Να δρας  με βάση  την πρόθεση του άλλου κ όχι με το αποτέλεσμα της  πράξης
Να λες μια καλή κουβέντα γιατί το έχεις  εσύ αλλά κ οι άλλοι ανάγκη
Να αγαπάς για να αγαπηθείς
Να αντιληφθείς  πως ό,τι δίνεις παίρνεις
Να κερδίζεις μέσα από την επαφή κ όχι από την συναλλαγή
Να χαίρεσαι με την εξέλιξη των άλλων γιατί αυτοί θα σε τραβήξουν μπροστά
Να συγχωρείς γιατί κάποτε θα το ήθελες κ εσύ
Να πάψεις να προσπαθείς να γίνεις αρεστός σε όλους
Να λες αυτό που σ’ ενοχλεί
Να αφήσεις το παρελθόν  πίσω σου για να επουλωθούν οι πληγές επιτέλους
Να γνωρίζεις πως τελικά αυτό που θέλεις πολύ θα έρθει μόνο  όταν είσαι έτοιμος  να το διαχειριστείς
Να πιστεύεις πως δε συνέβη το καλό γιατί έρχεται το καλύτερο
Να προσπαθήσεις να αγγίξεις την καρδιά των άλλων κ όχι το μυαλό τους
Ήρθε ο καιρός να γίνεις καλύτερος άνθρωπος  Αναστάση,
ποτέ δεν είναι αργά……

Σάββατο 9 Ιουνίου 2018

Μεγάλωσα


Ήμουν μικρός όταν περιφερόμουν σαν ο επιστήμονας που θα σώσει τον κόσμο
Ήμουν μικρός όταν φορούσα ρούχα που το brand μπορούσε να το εντοπίσει ο Ε.Τ. ο εξωγήινος από τον πλανήτη του
Ήμουν μικρός όταν έβλεπα από τον δεύτερο εξώστη του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος Τσέχωφ κ ήθελα στο τρίτο κουδούνι να βγει ο Σεφερλής
Ήμουν μικρός όταν άκουγα Μάλαμα ενώ παρακαλούσα να του γράψει μουσική ο Καρβέλας
Ήμουν μικρός όταν προσπαθούσα να μιλάω με πιο χοντρή φωνή για να με περνούν για αντράκλαρα
Ήμουν μικρός όταν ήθελα να με συμπαθούν όλοι προσαρμόζοντας τις απόψεις μου στα θέλω τους
Είμαι τώρα που ζω για το σήμερα- άντε βαριά αύριο- κ αντιλήφθηκα την αξία του να είσαι ο εαυτός σου
Με εκτιμώ κ με αγαπώ
Κ πλέον με αγαπάτε κ εκτιμάτε κ εσείς

Τρίτη 5 Ιουνίου 2018

Τότε που δεν βγαίναμε selfie...

Κυριακή πρωί, με ένα backpack κ περισσή χαρά, παίρναμε το αστικό για το Κτελ Χαλκιδικής.

Αν υπήρχαν χρήματα, επιλέγαμε περιοχές όπως Καλλιθέα ή Χανιώτη, αλλιώς παραλίες της Καλλικράτειας ή των Μουδανιών με φοιτητικό εισιτήριο συμβατό με τα άσχημα οικονομικά μας.

Στρώναμε τις πετσέτες (αυτές του μπάνιου) στην άμμο, μοιραζόμασταν ένα αντηλιακό δείγμα από το Max ή το Κλικ και ξεκινούσε η απόλυτη διασκέδαση. 

Για να καλμάρουμε τις ενοχές, είχαμε μαζί μας και το βιβλίο από το μάθημα που θα εξεταζόμασταν στις αρχές της εβδομάδας, το οποίο δεν έβγαινε ποτέ από το σάκο.

Το μεσημέρι ικανοποιούσαμε την πείνα μας με σάντουιτς που είχαμε φτιάξει από το σπίτι, ενώ τη δίψα μας με νερά που είχαν καταψυχθεί για ένα 24ώρο.


Με την άμμο και την αλμύρα στο σώμα και στα μαλλιά επιστρέφαμε στο σπίτι, κάναμε ένα ντουζ και απολαμβάναμε την κρέπα στις πεζούλες της Ναυαρίνου .


Εκεί αποφασίζαμε να δώσουμε το μάθημα το Σεπτέμβριο. 


Τότε που θα άρχιζαν οι βροχές.

Δευτέρα 28 Μαΐου 2018

Ξέρεις τι μ' ενοχλεί;


Που με γνωρίζεις , με συμπαθείς κ αλλάζεις γνώμη μαθαίνοντας τη γνώμη των άλλων. Λες κ δεν έχεις κριτική σκέψη κ άποψη
Που με γνωρίζεις  κ με συμπαθείς περισσότερο μαθαίνοντας τη γνώμη των άλλων.  Λες κ δεν ……..

Που προσπαθώ να φέρω τους άλλους στα μέτρα τα δικά μου. Κ αφού δεν μπορώ να τους αποδεχθώ γι’ αυτό που είναι συνεχίζω να τους έχω στη ζωή μου
Που κάνουν το ίδιο κ οι άλλοι με εμένα

Που κάνεις δεύτερες σκέψεις κ δεν τις μοιράζεσαι  μαζί μου
Που κάνω δεύτερες σκέψεις κ τις κρατάω στη σκέψη μου


Που μέσα από τη φιλία ή τον έρωτα προσπαθείς να με εκμεταλλεύεσαι 
Που προσπαθώ να αναρριχηθώ κάνοντας όχι φιλικές κ ερωτικές σχέσεις αλλά συμφωνίες

Που θέλω με βάση  το μπορώ
Που με θέλεις με βάση το μυαλό

Που προσπαθείς να είσαι κάτι άλλο ενώ σε γνωρίζω τόσο καλά
Που με γνωρίζεις τόσο καλά ενώ θέλω να γίνω κάτι άλλο

Που με αγαπάς ενώ δεν το αξίζω
Που σε αγαπώ ενώ  δεν το γνωρίζεις

Που σε  σκέφτομαι τόσο πολύ
Που δεν είμαι στη σκέψη σου 

Που, πως, γιατί
Που όλα είναι απλά μαζί

Παρασκευή 11 Μαΐου 2018

Mπορώ πλέον να αντιληφθώ πόσο σημαντική γυναίκα είσαι


Θυμάμαι:
  • να με κυνηγάς με την παντόφλα κάθε φορά που έκανα αταξίες, να βγαίνω στο μπαλκόνι, να φωνάζω «βοήθεια με σκοτώνουν» κ εσύ πίσω από τις κουρτίνες να με παρακαλάς να μπω μέσα
  • να μας συμβουλεύεις «γίνετε καλοί μαθητές, σπουδάστε γιατί δε θα μπορώ να σας βοηθήσω κ να σας βρω δουλειά»
  • να μας φωνάζεις να έρθουμε  στο σαλόνι για να δούμε ένα ντοκιμαντέρ για το Aids και την χρήση του προφυλακτικού
  • να χοροπηδάς από χαρά όταν βγήκαν οι βάσεις κ ήμουν στους επιτυχόντες
  • να σε παίρνω τηλέφωνο, ήδη φοιτητής, κ να με νουθετείς  να μην κυκλοφορώ μετά τα μεσάνυχτα έξω.
  • να αρνείσαι πεισματικά να μου φτιάξεις  το αγαπημένο μου γλυκό γιατί είσαι κουρασμένη  κ μετά από μια ώρα να με παίρνεις  τηλέφωνο για να με ενημερώσεις πως είναι έτοιμο
  • να μου γνωστοποιείς  «εγώ θα σου δίνω λεφτά να αγοράζεις  Burberry»,  όταν απολύθηκα
  • να έρχεσαι στο σπίτι μου μέσα στη χαρά κ στην αισιοδοξία, όταν είχα ένα πρόβλημα υγείας, ενώ λίγο πριν έριχνες ποτάμια δάκρυα
  • να γίνεσαι μια ύαινα έτοιμη να κατασπαράξει όποιον κ όποια κατηγορεί/κακολογεί τα παιδιά σου
  • να με βάζεις στη θέση μου κάθε φορά  που ξεφεύγω,  με τις  καυστικές ατάκες σου
  • να μου λες με αυστηρό τόνο «τι στεναχωριέσαι εγώ είμαι εδώ» κ αμέσως να μιλάς για ανώδυνα πράγματα (σήριαλ, reality),  όταν αντιλαμβάνεσαι πως είμαι στεναχωρημένος
  • να καταλαβαίνεις πάντα πως είμαι στεναχωρημένος παρόλο που καταβάλω προσπάθειες να το κρύψω
  • να απορείς «εσύ παιδί μου είσαι ντιπ  χαζό, αλήθεια πως έγινες καθηγητής;»

άργησα άλλα πλέον μπορώ να αντιληφθώ πόσο σημαντική γυναίκα είσαι
Πέρα από #μάνα_μου


Σάββατο 14 Απριλίου 2018

Μ' αγαπώ


Ποτέ δεν άρεσε ο εαυτός μου

Πάντα ήθελαν  να τον αλλάξω

Να γίνω σοβαρός

Λιγομίλητος

Λιγότερο αυθόρμητος

Αδιάφορος κ άοσμος

Χωρίς να τους απειλώ κ να προκαλώ το φθόνο τους

Για να ξεχωρίζουν αυτοί κ να μένω εγώ στο περιθώριο

Τους έκανα τη χάρη πολλές φορές

Για να τους βοηθήσω να διακριθούν κ αυτοί

Πλέον τους προτρέπω να είναι ο εαυτός τους

Όπως εγώ


Παρασκευή 6 Απριλίου 2018

Η Γοητεία του Απωθημένου

Τον κοίταξε στα μάτια…
Πόσο καιρό είχε να δει τα μάτια του;
Δυο χρόνια.
Τότε που το χιόνι έπεφτε πάνω στις βλεφαρίδες του και δεν καταλάβαινε αν αυτό έλιωνε ή δάκρυα πλημμύρισαν το πρόσωπό του.
Το βλέμμα του ήταν όπως και τότε: γεμάτο πόθο. Το δικό της: επιτέλους έπαψε να είναι άδειο, μελαγχολικό.
Της μιλούσε: Μουσική στα αυτιά της. Της γελούσε: Ανατολή ηλίου στα μάτια της. Της χάιδευε  το χέρι: Τρικυμία στα σκέλια της.
Σταύρωσε τα πόδια της για να πνίξει την επιθυμία της. Δάγκωσε τα χείλη της για να πάψουν  να ζητούν επίθεση στο λαιμό του.  Έστρεψε το βλέμμα της προς την τζαμαρία για να μην διαβάσει μέσα τους: «πάρε με».
Δεν είχε αλλάξει καθόλου.
Με το αιώνιο μαύρο φούτερ και το ξεπλυμένο παντελόνι. Στολή καθημερινή, χρόνια. Μαλλιά που είχαν αρχίσει να αραιώνουν γοητευτικά. Με αξύριστο πρόσωπό που δήλωνε την αδιαφορία προς τον καθωσπρεπισμό. Κ τα δόντια του άσπρα σπιτάκια σε κυκλαδίτικο νησί.
Είχε εξιδανίκευσει όλα πάνω του.  Είχε την γοητεία του απωθημένου.  Του παράφορου έρωτα που δεν είναι να ζει στην καθημερινότητα αλλά τις Κυριακές και διακοπές.
 Κ αποτελούσε πάντα το μέτρο σύγκρισης.  Ή καλύτερα το ρεκόρ του έρωτα που δεν έσπασε ποτέ.
Η αλήθεια είναι πως όταν συμβίωναν μαζί ήταν σαν να ξημέρωνε πρωτοχρονιά. Σαν καθημερινή πρωινή λιακάδα. Σα βροχή το μεσημέρι που κάνει τη σιέστα πιο απολαυστική. Σαν απογευματινή βόλτα για ψώνια. Σαν ένα ολόγιομο φεγγάρι που φωτίζει γυμνά κορμιά.  Φρεσκοπλυμένα και ατσαλάκωτα σεντόνια που περιμένουν να μυρίσουν σπέρμα. Ρολόι που δεν είχε χρησιμότητα.
Η αλήθεια είναι ότι τότε ήταν και οι δύο φοιτητές. Ο έρωτας είχε όλο το έδαφος δικό του. Ένα χωράφι καλοοργωμένο από φιλιά με γλώσσα, οργασμούς και νυχιές.
Ο έρωτας όμως δεν τρέφει. Δεν εργάζεται. Δεν κάνει παιδιά.  Όταν τίθενται  τέτοια ζητήματα ανοίγει την πόρτα και φεύγει.
Τον καλείς ξανά αλλά βλέπεις ότι τα θέλω σου αλλάζουν.
Το ότι ολοκληρώνετε  μαζί, δεν σε ολοκληρώνει πλέον.
Θέλεις να χύσει μέσα όχι να αισθανθείς την ηδονή αλλά την προσμονή. Θέλεις να  γυρνάς σπίτι και να μην είναι στο κρεβάτι  αλλά στη δουλειά.  Θέλεις να μη φέρνει dvd και πίτσες αλλά απορρυπαντικά και λαχανικά. Να  μη σου κάνει έρωτα μέχρι το πρωί γιατί το πρωί πρέπει να πας στην τράπεζα. Να μη σου αγοράζει λούτρινα ζωάκια αλλά ανατομικές παντόφλες.  Να μην κανονίζετε διακοπές με βάση τον προορισμό αλλά με βάση τα κουπόνια κοινωνικού τουρισμού.
Αλλά αυτός ήταν μόνο για παρέα, λούτρινα, dvd, πίτσες και αχαλίνωτο sex που διακόπτεται μόνο για ύπνο. 
Ήταν το ψηλοτάκουνο. Το junk foodTo βίπερ. Το καψουροτράγουδο. Τον επιζητούσε αλλά τώρα ήθελε κάτι αναπαυτικό, σπιτικό, μορφωτικό και ποιοτικό.
Έτσι χώρισε.
Τότε που χιόνιζε. Τότε που πάγωσαν όχι μόνο τα άκρα της αλλά και η καρδιά της. Τότε που μαύρισαν όλα μέσα της, παρόλο που όλα ήταν εκτυφλωτικά λευκά  γύρω της. Τότε που παρακαλούσε την  καρδία της να βγάλει νοκ άουτ τη λογική. Τότε που η λογική της σήκωσε το τρόπαιο. Τότε που τα μάγια λύθηκαν. Τότε που έκλαψε το περισσότερο στη ζωή  της. 
Κ γνώρισε τον  πατέρα των παιδιών της. Τον αγαπημένο γαμπρό κάθε απαιτητικής πεθεράς. Τον κουβαλητή.  Τον επαγγελματία. Τον διεκπεραιωτικό εραστή. Τον συμπαθητικά γοητευτικό άντρα που θα την έκανε γυναίκα του σε ένα μήνα από σήμερα. Αυτόν που ήταν τρελός για αυτήν αλλά αυτή παρέμεινε ορθολογική στο συναίσθημα.
Κ  χτύπησε το τηλέφωνο. Χτύπησε η καρδιά της δυνατά. Ένιωθε την καυτή του ανάσα.  Άκουγε την φωνή του. Μάθαινε επιτέλους νέα του.
 Έπαιρνε πτυχίο και ήθελε να την αποχαιρετήσει.  Έφευγε.  Σκοτείνιασαν όλα γύρω της. Η καρδιά της σταμάτησε να χτυπά. Για λίγο.
Ήθελε να τη δει. Να την αποχαιρετήσει. Η καρδιά της πόνεσε. Πολύ.
Είπε ψέματα στον σύντροφό της και τον συνάντησε στο γνωστό τους μέρος. Εκεί που δεν πήγε ποτέ ξανά μετά το χωρισμό τους. Γιατί ένιωθε ότι τον απατά.  Κ αυτόν αλλά και τον άντρα της λογικής.
Εκεί ο χρόνος επέστρεψε στα χρόνια που ήταν μαζί.  Όπως τότε.
Απέναντί της  να της μιλάει και να της  χαρίζει ζωή. Απέναντί του πλημμυρισμένη από λατρεία για αυτόν.
Τελικά η ζωή είναι ωραία αρκεί να τη ζεις όπως εσύ τη θέλεις. Δε χωρούν πρέπει και γιατί. Δεν υπάρχει χρόνος και τόπος.
Αυτό είναι  έρωτας .
Να είσαι ευτυχισμένος  χωρίς αναλύσεις.  Να είσαι ευφυής χωρίς γνώση. Να είσαι υγιείς χωρίς φάρμακα. Να είσαι μεθυσμένος χωρίς ποτό. Να είσαι χαλαρός χωρίς τσιγάρο.  Να είσαι σε οργασμό χωρίς σωματική επαφή. Να είσαι πρώτος χωρίς προσπάθεια.
Είπαν ιστορίες, περιστατικά από το κοινό τους παρελθόν. Τίποτα για το σήμερα για το αύριο. Ήπιαν το παρελθόν μέσα σε 2 ώρες. Αυτή μέθυσε από νοσταλγία. Αυτός από πλήρη άγνοια για τον επερχόμενο γάμο της.
Φεύγοντας την παρέσυρε σε ένα άδειο πλακόστρωτο δρόμο. Πιέζοντας σε ένα τοίχο που έγραφε «Καμιά αντίσταση= Δουλεία» έβαλε την γλώσσα του βίαια μέσα στο στόμα της. Χωρίς καμία αντίσταση αυτή τη ρούφηξε και  παρακάλεσε να πεθάνει.
Εκείνη την πιο ευτυχισμένη στιγμή για όλη την μετέπειτα ζωή της.
Χώρισαν χωρίς να κοιτάξει πίσω της.
Θα τον ξανάβλεπε. Το  ήξερε. Το ένιωθε. Το επιζητούσε.
Πέρασε όλη τη ζωή της με την ελπίδα μιας νέας συνάντησης. Έκανε  τη μέρα ενδιαφέρουσα. Την εβδομάδα υποφερτή.  Της έδινε κουράγιο για να συνεχίσει την συμβατική της επιλογή.
Δεν τον είδε ποτέ.

Παρασκευή 23 Μαρτίου 2018

Η γοητεία του απωθημένου (Α' Μέρος).


Τον κοίταξε στα μάτια…
Πόσο καιρό είχε να δει τα μάτια του;
Δυο χρόνια.
Τότε που το χιόνι έπεφτε πάνω στις βλεφαρίδες του και δεν καταλάβαινε αν αυτό έλιωνε ή δάκρυα πλημμύρισαν το πρόσωπό του.
Το βλέμμα του ήταν όπως και τότε: γεμάτο πόθο. Το δικό της: επιτέλους έπαψε να είναι άδειο, μελαγχολικό.
Της μιλούσε: Μουσική στα αυτιά της. Της γελούσε: Ανατολή ηλίου στα μάτια της. Της χάιδευε  το χέρι: Τρικυμία στα σκέλια της.
Σταύρωσε τα πόδια της για να πνίξει την επιθυμία της. Δάγκωσε τα χείλη της για να πάψουν  να ζητούν επίθεση στο λαιμό του.  Έστρεψε το βλέμμα της προς την τζαμαρία για να μην διαβάσει μέσα τους: «πάρε με».
Δεν είχε αλλάξει καθόλου.
Με το αιώνιο μαύρο φούτερ και το ξεπλυμένο παντελόνι. Στολή, καθημερινή, χρόνια. Μαλλιά που είχαν αρχίσει να αραιώνουν γοητευτικά. Με αξύριστο πρόσωπό που δήλωνε την αδιαφορία προς τον καθωσπρεπισμό. Κ τα δόντια του άσπρα σπιτάκια σε κυκλαδίτικο νησί.
Είχε εξιδανίκευσει όλα πάνω του.  Είχε την γοητεία του απωθημένου.  Του παράφορου έρωτα που δεν είναι να ζει στην καθημερινότητα αλλά τις Κυριακές και διακοπές.
 Κ αποτελούσε πάντα το μέτρο σύγκρισης.  Ή καλύτερα το ρεκόρ του έρωτα που δεν έσπασε ποτέ.
Η αλήθεια είναι πως όταν συμβίωναν μαζί ήταν σαν να ξημέρωνε πρωτοχρονιά. Σαν καθημερινή πρωινή λιακάδα. Σα βροχή το μεσημέρι που κάνει τη σιέστα πιο απολαυστική. Σαν απογευματινή βόλτα για ψώνια. Σαν ένα ολόγιομο φεγγάρι που φωτίζει γυμνά κορμιά.  Φρεσκοπλυμένα και ατσαλάκωτα σεντόνια που περιμένουν να μυρίσουν σπέρμα. Ρολόι που δεν είχε χρησιμότητα.
Η αλήθεια είναι ότι τότε ήταν και οι δύο φοιτητές. Ο έρωτας είχε όλο το έδαφος δικό του. Ένα χωράφι καλοοργωμένο από φιλιά με γλώσσα, οργασμούς και νυχιές.
Ο έρωτας όμως δεν τρέφει. Δεν εργάζεται. Δεν κάνει παιδιά.  Όταν τίθενται  τέτοια ζητήματα ανοίγει την πόρτα και φεύγει.
Τον καλείς ξανά αλλά βλέπεις ότι τα θέλω σου αλλάζουν.
Το ότι ολοκληρώνετε  μαζί, δεν σε ολοκληρώνει πλέον.
Θέλεις να χύσει μέσα όχι να αισθανθείς την ηδονή αλλά την προσμονή. Θέλεις να  γυρνάς σπίτι και να μην είναι στο κρεβάτι  αλλά στη δουλειά.  Θέλεις να μη φέρνει dvd και πίτσες αλλά απορρυπαντικά και λαχανικά. Να  μη σου κάνει έρωτα μέχρι το πρωί γιατί το πρωί πρέπει να πας στην τράπεζα. Να μη σου αγοράζει λούτρινα ζωάκια αλλά ανατομικές παντόφλες.  Να μην κανονίζετε διακοπές με βάση τον προορισμό αλλά με βάση τα κουπόνια κοινωνικού τουρισμού.
Αλλά αυτός ήταν μόνο για παρέα, λούτρινα, dvd, πίτσες και αχαλίνωτο sex που διακόπτεται μόνο για ύπνο. 
Ήταν το ψηλοτάκουνο. Το junk food. To βίπερ. Το καψουροτράγουδο. Τον επιζητούσε αλλά τώρα ήθελε κάτι αναπαυτικό, σπιτικό, μορφωτικό και ποιοτικό.
Έτσι χώρισε.

Τρίτη 6 Μαρτίου 2018

Κ όμως το γυαλί ξανακολλάει

Καθόταν δίπλα μου.
Δεν είχε αλλάξει κ πολύ. Είχε την ίδια αρκουδομαγκιά  του γυμνασίου.
Τότε που με χλεύαζε κ μου έσπασε εσκεμμένα τα γυαλιά της μυωπίας μου.
Φεύγοντας είχε ξεχάσει τα δικά του γυαλιά. Σηκώθηκα, τα πήρα κ τα έβαλα μέσα στην παλάμη μου.
Ήμουν έτοιμος να ασκήσω δύναμη, να τα συντρίψω κ μαζί τη θλίψη των εφηβικών χρόνων.
Αντ' αυτού του πρότασσα το χέρι.
-Τα γυαλιά σας.
-Σε ευχαριστώ. Εσύ δεν είσαι ο .......
- Όχι, εγώ είμαι δυνατός κ σίγουρος για τον εαυτό μου, πλέον.

Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 2018

Τέρμα τα λάθη. Μόνο κοινά πάθη.


Κ τώρα στέκει απέναντι του.
Μετά από τόσους μήνες. Μετά από τόσα εκβιαστικά ειπωμένα σ’ αγαπώ.
«Πες μου σ' αγαπώ».
-Δεν είμαι καλός στα λόγια
«Κ σε τι είσαι καλός;»
-Στο να σ’ αγαπώ

Τον κοιτούσε τόση ώρα κ ένιωθε να κολυμπάει στις λίμνες των ματιών του. Πόσο ξεκουράζονταν όταν συναντούσε το βλέμμα του. Πόσο δεν την ενδιέφερε το χρώμα των ματιών του, αλλά όλα τα βλέμματά του να ήταν μόνο γι' αυτήν.
Αυτός έστεκε σιωπηλός... Πόσο ομιλητική ήθελε να ήταν αυτή. Να του αποδείξει τα συναισθήματά  που έτρεφε. Να σβήσει από το μαυροπίνακα της καρδιάς της τη στιγμή του εγωιστικού χωρισμού τους κ να τον ξαναζωγραφίσει μαζί του με χρωματιστές κιμωλίες.
Έβαλε τα μεγάλα μέσα. Σταύρωσε τα πόδια της. Γνώριζε  ότι δεν μπορούσε να αντισταθεί στις γάμπες της. Ήξερε πως μόλις ξεκίνησε η προσωπική του σταύρωση προς την επιθυμία.

Κ είπε ό,τι σκεπτόταν όταν χώρισαν. Τότε που ούρλιαζε  το μέσα της αλλά όχι η φωνή της.

«Το μυαλό μου έψαχνε τα υπέρ κ τα κατά κ η καρδιά μου εσένα. Στην ατελείωτη πάλη νικητής ήταν η λογική μου κ χαμένη εγώ. 'Ήθελα τόσο να σε συγχωρήσω αλλά ο εγωισμός έδωσε πρόσθετα πυρομαχικά στο μυαλό κ εξόντωσε την καρδιά μου.
Μ' έκανες να επενδύσω στο "για πάντα" σου κ να τα χάσω όλα πολύ σύντομα. 
Για ένα σου πήδημα. Λες κ ήθελα να το μάθω. Ας έμενες σιωπηλός. Όπως κάνεις πάντα.  Ειλικρίνεια κ αηδίες.
Άσε με στον κόσμο που με τόσο κόπο έπλασες. Με εμπόδισες να γνωρίσω αρνητικά συναισθήματα με αποτέλεσμα να θεωρώ την ευτυχία που μου χάριζες δεδομένη κ εσύ να έχεις την αμέριστη εμπιστοσύνη μου. 
Σε πίστευα σε ό,τι μου έλεγες. Ήθελα να σε πιστέψω, έπρεπε να σε πιστεύω. Δεν μπορούσα να φανταστώ τη ζωή μακριά σου. Ξέρεις πόσα "όχι" είπα στα θέλω μου, πόσα "ναι" για χάρη σου;  
Δε γνωρίζα πως είναι η ζωή μετά θάνατον, αλλά αντιλήφθηκα πως δεν θα είχε νόημα χωρίς εσένα. Όλες οι μέρες μια ατελείωτη βροχερή Δευτέρα.  Όλοι οι ήχοι, κραυγές θρήνου. 
Κ προσπάθησα να σε ξεχάσω. Μάταια. Ξέρεις πως πάντα έβλεπα το πρόσωπό σου στα πρόσωπα των άλλων για να έρθω σε οργασμό; Ξέρεις πως ξυπνούσα σε κορμιά που δε λαχταρούσα; Πως έμενα γυμνή μπροστά τους χωρίς να βγάλω το προσωπείο της ανέμελης κ ανατρίχιαζα στο άγγιγμά τους, γιατί δεν ήταν το δικό σου; Ξοδεύτηκα σε ρηχές θάλασσες δήθεν πάθους παρά στα βάθη του ωκεανού της αγάπης σου.
 Κ τα παπούτσια που με πήραν μακριά, τα ίδια μ' έφεραν κοντά σου. 
Γιατί  μόνο με σένα έρχεται η άνοιξη. Μόνο εσύ φωτίζεις και τα πιο σκοτεινά υπόγεια της καρδιάς μου. 
Σε συγχωρώ λοιπόν. Μην το εκμεταλλευτείς όμως.  Μη με κάνεις να χάσω άλλο ένα χρόνο σπαταλώντας τον σε χάπια, αϋπνίες κ άσκοπους οργασμούς.
 Βάλε ένα στοπ στα λόγια μου. Εμπόδισε το λόγο μου με τη γλώσσα σου. Βάλε εμπρός τη ζωή μου, ξανά.  Μ' ένα χαμόγελό σου. Κάθε πρωί.
Άλλωστε έχω πλέον εμπιστοσύνη σε μένα»