Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 2018

Τέρμα τα λάθη. Μόνο κοινά πάθη.


Κ τώρα στέκει απέναντι του.
Μετά από τόσους μήνες. Μετά από τόσα εκβιαστικά ειπωμένα σ’ αγαπώ.
«Πες μου σ' αγαπώ».
-Δεν είμαι καλός στα λόγια
«Κ σε τι είσαι καλός;»
-Στο να σ’ αγαπώ

Τον κοιτούσε τόση ώρα κ ένιωθε να κολυμπάει στις λίμνες των ματιών του. Πόσο ξεκουράζονταν όταν συναντούσε το βλέμμα του. Πόσο δεν την ενδιέφερε το χρώμα των ματιών του, αλλά όλα τα βλέμματά του να ήταν μόνο γι' αυτήν.
Αυτός έστεκε σιωπηλός... Πόσο ομιλητική ήθελε να ήταν αυτή. Να του αποδείξει τα συναισθήματά  που έτρεφε. Να σβήσει από το μαυροπίνακα της καρδιάς της τη στιγμή του εγωιστικού χωρισμού τους κ να τον ξαναζωγραφίσει μαζί του με χρωματιστές κιμωλίες.
Έβαλε τα μεγάλα μέσα. Σταύρωσε τα πόδια της. Γνώριζε  ότι δεν μπορούσε να αντισταθεί στις γάμπες της. Ήξερε πως μόλις ξεκίνησε η προσωπική του σταύρωση προς την επιθυμία.

Κ είπε ό,τι σκεπτόταν όταν χώρισαν. Τότε που ούρλιαζε  το μέσα της αλλά όχι η φωνή της.

«Το μυαλό μου έψαχνε τα υπέρ κ τα κατά κ η καρδιά μου εσένα. Στην ατελείωτη πάλη νικητής ήταν η λογική μου κ χαμένη εγώ. 'Ήθελα τόσο να σε συγχωρήσω αλλά ο εγωισμός έδωσε πρόσθετα πυρομαχικά στο μυαλό κ εξόντωσε την καρδιά μου.
Μ' έκανες να επενδύσω στο "για πάντα" σου κ να τα χάσω όλα πολύ σύντομα. 
Για ένα σου πήδημα. Λες κ ήθελα να το μάθω. Ας έμενες σιωπηλός. Όπως κάνεις πάντα.  Ειλικρίνεια κ αηδίες.
Άσε με στον κόσμο που με τόσο κόπο έπλασες. Με εμπόδισες να γνωρίσω αρνητικά συναισθήματα με αποτέλεσμα να θεωρώ την ευτυχία που μου χάριζες δεδομένη κ εσύ να έχεις την αμέριστη εμπιστοσύνη μου. 
Σε πίστευα σε ό,τι μου έλεγες. Ήθελα να σε πιστέψω, έπρεπε να σε πιστεύω. Δεν μπορούσα να φανταστώ τη ζωή μακριά σου. Ξέρεις πόσα "όχι" είπα στα θέλω μου, πόσα "ναι" για χάρη σου;  
Δε γνωρίζα πως είναι η ζωή μετά θάνατον, αλλά αντιλήφθηκα πως δεν θα είχε νόημα χωρίς εσένα. Όλες οι μέρες μια ατελείωτη βροχερή Δευτέρα.  Όλοι οι ήχοι, κραυγές θρήνου. 
Κ προσπάθησα να σε ξεχάσω. Μάταια. Ξέρεις πως πάντα έβλεπα το πρόσωπό σου στα πρόσωπα των άλλων για να έρθω σε οργασμό; Ξέρεις πως ξυπνούσα σε κορμιά που δε λαχταρούσα; Πως έμενα γυμνή μπροστά τους χωρίς να βγάλω το προσωπείο της ανέμελης κ ανατρίχιαζα στο άγγιγμά τους, γιατί δεν ήταν το δικό σου; Ξοδεύτηκα σε ρηχές θάλασσες δήθεν πάθους παρά στα βάθη του ωκεανού της αγάπης σου.
 Κ τα παπούτσια που με πήραν μακριά, τα ίδια μ' έφεραν κοντά σου. 
Γιατί  μόνο με σένα έρχεται η άνοιξη. Μόνο εσύ φωτίζεις και τα πιο σκοτεινά υπόγεια της καρδιάς μου. 
Σε συγχωρώ λοιπόν. Μην το εκμεταλλευτείς όμως.  Μη με κάνεις να χάσω άλλο ένα χρόνο σπαταλώντας τον σε χάπια, αϋπνίες κ άσκοπους οργασμούς.
 Βάλε ένα στοπ στα λόγια μου. Εμπόδισε το λόγο μου με τη γλώσσα σου. Βάλε εμπρός τη ζωή μου, ξανά.  Μ' ένα χαμόγελό σου. Κάθε πρωί.
Άλλωστε έχω πλέον εμπιστοσύνη σε μένα»