Σάββατο 28 Ιουλίου 2018

Αερόστατα θερμής αγάπης


Κ ξαφνικά ο ουρανός έγινε γκρι.
Στάχτη πάνω στα λευκά σύννεφα.
Φλόγες πόνου κ κραυγές στον αέρα.
Κ ξαφνικά ο ουρανός γέμισε αγγέλους.
Κάθε ηλικίας.
Κ σιγά σιγά ο ουρανός έγινε πάλι θαλασσί.
Μ' ένα τεράστιο ήλιο αισιοδοξίας κ ελπίδας.
Με πολύχρωμα αερόστατα που φτάνουν ακόμη πιο ψηλά, κάθε φορά που σάκοι  με  άμμο- λάθη του παρελθόντος  αδειάζονται-διορθώνονται δεν επαναλαμβάνονται.
Μ' αίσθημα ευθύνης.
Μ' αίσθημα αλληλεγγύης.
Με πολλά συναισθήματα: φόβο, μίσος, οργή, θλίψη.
Μ' ένα όμως κυρίαρχο: την αγάπη.

Πέμπτη 19 Ιουλίου 2018

Δε θέλω μέσα σου, θέλω μέσα στο μυαλό σου


Σήμερα σε κοίταξα τόσο διεισδυτικά, που εισχώρησα στην αποθήκη του μυαλού σου.
Στην είσοδο ο αδερφός σου (πάντα έχεις την έννοια του) και ο πατέρας σου μου χαμογέλασαν ενώ η μητέρα σου ήταν πιο σοβαρή (πάντα πίστευε ότι άξιζες κάτι καλύτερο και η πλάκα είναι ότι συμφωνώ απόλυτα μαζί της).
Παραδίπλα η δική μου οικογένεια, οι αδερφικοί μου φίλοι που τους αγαπάς γιατί ξέρεις ότι τους λατρεύω.
Να και οι δικές σου φίλες που με κοιτούν επικριτικά (γνωρίζουν όλες τις φορές που σε πληγώνω γιατί μόνο με αυτές, τις μοιράζεσαι).
Μπαίνοντας πιο μέσα ο κομμωτής σου, η κοπέλα που σου κάνει τα νύχια, μιας και θέλεις να στέκεις περιποιημένη δίπλα μου.
Ένα φόρεμα και ένα άρωμα διακρίνω στο σκοτάδι. Είσαι θηλυκό με γούστο.
Οι διαδικτυακοί μου φίλοι, βρίσκονται κ αυτή στη σκέψη σου. Αυτοί που με κλέβουν τις ώρες που είμαστε μαζί, αλλά επειδή είσαι ανώτερος άνθρωπος δεν μου είπες ποτέ κουβέντα.
Να κ ο Παντελίδης, ο Βέρτης κ η Μαστραλέξη. Δεν είναι τα ακούσματα σου, τι γυρεύουν εδώ; Ξέχασα είναι τα δικά μου ακούσματα.
Στο πιο σκοτεινό γεμάτο υγρασία σημείο και αυτός ο κακόγουστος με νοημοσύνη κάτω του μετρίου.
Και εγώ; Που είμαι εγώ;
Δεν βρίσκομαι εκεί.
Μα κοιτάω σε λάθος σημείο.
Είμαι στις φλέβες σου, στους πνεύμονές σου, στους οργασμούς σου.
(το κείμενο είναι εμπνευσμένο από ένα spot του Ερωτικού FM, που άκουσα στην επιστροφή από Θεσσαλονίκη).

Τετάρτη 11 Ιουλίου 2018

Μια βαλίτσα όνειρα


Μόνος κλασικά στο μπαρ.
Αυτός, οι σκέψεις του κ το ποτό.
Αυτό το τζιν με το αγγουράκι, οι μόνοι του σύντροφοι εδώ κ 3 χρόνια.  
Αυτό το μπλε τζιν, το μόνο που τον χάιδευε τα σκέλια του  (πέρα από τον ίδιο) εδώ κ 1 χρόνο ακριβώς . Τότε που  πήρε την απόφαση να μην πνίγει τις ηδονές του σε πληρωμένα κορμιά.
Μέσα από τον απέναντι καθρέπτη είδε την επιθυμία για ζωή κ για εκσπερμάτωση.
Αυτή ξανθιά, με το στήθος μαγνήτη των βλεμμάτων, κάθισε δίπλα του κ άρχισε να πίνει καπνίζοντας ένα τσιγάρο. 
«Ας  γινόμουν  καπνός για  να εισχωρήσω μέσα της»  σκέφτηκε κ έριξε  ένα βλέμμα καθώς  κ τα χαρτιά του (φουλ  του έρωτα, με κέρδισες).
Λίγο η θέα του Βοσπόρου, λίγο το ότι τον είχαν πιει σε λιγότερο από 2 ώρες, τα σεντόνια του ξενοδοχείο του έπρεπε να αλλαχθούν μιας κ ήταν αποδέκτες  (μαζί με την κοιλιά της) ιδρώτα, σάλιου κ σπέρματος.
Κάθε φορά που εισχωρούσε μέσα στα μάτια της, σε αυτό το καταπράσινο λιβάδι με μικρές διάσπαρτες μπλε λίμνες, ήταν σαν  να εισχωρεί  αέρας αισιοδοξίας κ λυτρωτικό φως στη ζωή του, όπως όταν ανοίγουμε την μπαλκονόπορτα  κ τα παντζούρια σε ένα δωμάτιο που έχει μείνει χρόνια κλειστό στην επιθυμία.
Επιτέλους του χαμογελούσε κ μαζί της του χαμογελούσαν όλοι οι πωλητές στην αιγυπτιακή  αγορά όταν προσπαθούσαν  να του πουλήσουν το μπαχάρι της χαμένης στύσης που τη ξανασυνάντησε επιτέλους πιο ανανεωμένη από ποτέ. Όλοι οι  ταξιτζήδες  που έτρεχαν με ιλιγγιώδη ταχύτητα στους δρόμους κ ξαφνικά σταματούσαν βίαια κ άρχιζαν  την ξέφρενη πορεία τους ξανά όπως αυτός μέσα της. Του χαμογελούσε κ του χαμογελούσαν  όλοι στο Καπαλί Τσαρσί  κάθε φορά που αρνούνταν να κάνει παζάρια πλέον στα θέλω του.
K όπως συνήθως, οι ηλιόλουστες μέρες δε διαρκούν για πάντα κ δίνουν τη θέση τους για λίγο στη βροχή.  Δακρύων.
 Έπρεπε να επιστρέψουν πίσω. Κ ο έρωτάς του μια μέρα νωρίτερα, όπως ήταν προκαθορισμένο.
Στο αεροδρόμιο όταν οι γλώσσες δεν συναντιόνταν  έδιναν υποσχέσεις για το μέλλον.  
Μαζί όσο η καρδιά θα έχει χτύπο. Όσο η φλέβα θα έχει κινητικότητα.
Ένα τηλέφωνο μετά από λίγο του έδωσε τη βεβαιότητα της μελλοντικής συνάντησης.
 Είχε ξεχάσει τη μικρή της βαλίτσα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου. Φυσικά κ θα της την παρέδιδε ο ίδιος προσωπικά μαζί  με το ερωτικό του μέλλον.
Κ επιτέλους ήρθε η ώρα της δικής του αναχώρησης. Σε λιγότερο από 6 ώρες θα χαϊδεύει τη ραχοκοκαλιά της.
Γιατί να είχε έρθει με το αυτοκίνητο; Δεν απολάμβανε τη διαδρομή επιστροφής πλέον.  Έπνιγε με βίαιο τρόπο  τα χιλιόμετρα για να συντομεύσει το χρόνο απουσίας.
Μα γιατί  έλεγχος στα τουρκικά σύνορα;  Μα γιατί να ανοίξουν τη βαλίτσα της; Ζήλευε που θα αντίκριζα κ θα άγγιζαν, οι άλλοι,  τα προσωπικά της αντικείμενα. 
Κ ηρέμησε όταν αντί για τα δαντελένια της εσώρουχα  άγγιξαν σακουλάκια με λευκή σκόνη.
Πολλά σακουλάκια.
Μέσα στη φυλακή,  ζώντας το δικό του express του μεσονυχτίου, ο χρόνος περνούσε με την ανάμνησή της. 
Ήταν ό,τι πιο δυνατό αισθάνθηκε ποτέ.
 Κ ακόμη μετά από όλα αυτά,  τη νοσταλγούσε  όπως ο Έλληνας την Πόλη.
Σαν την πόλη που θα ήθελε να την είχε πίσω ξανά.