Παρασκευή 23 Μαρτίου 2018

Η γοητεία του απωθημένου (Α' Μέρος).


Τον κοίταξε στα μάτια…
Πόσο καιρό είχε να δει τα μάτια του;
Δυο χρόνια.
Τότε που το χιόνι έπεφτε πάνω στις βλεφαρίδες του και δεν καταλάβαινε αν αυτό έλιωνε ή δάκρυα πλημμύρισαν το πρόσωπό του.
Το βλέμμα του ήταν όπως και τότε: γεμάτο πόθο. Το δικό της: επιτέλους έπαψε να είναι άδειο, μελαγχολικό.
Της μιλούσε: Μουσική στα αυτιά της. Της γελούσε: Ανατολή ηλίου στα μάτια της. Της χάιδευε  το χέρι: Τρικυμία στα σκέλια της.
Σταύρωσε τα πόδια της για να πνίξει την επιθυμία της. Δάγκωσε τα χείλη της για να πάψουν  να ζητούν επίθεση στο λαιμό του.  Έστρεψε το βλέμμα της προς την τζαμαρία για να μην διαβάσει μέσα τους: «πάρε με».
Δεν είχε αλλάξει καθόλου.
Με το αιώνιο μαύρο φούτερ και το ξεπλυμένο παντελόνι. Στολή, καθημερινή, χρόνια. Μαλλιά που είχαν αρχίσει να αραιώνουν γοητευτικά. Με αξύριστο πρόσωπό που δήλωνε την αδιαφορία προς τον καθωσπρεπισμό. Κ τα δόντια του άσπρα σπιτάκια σε κυκλαδίτικο νησί.
Είχε εξιδανίκευσει όλα πάνω του.  Είχε την γοητεία του απωθημένου.  Του παράφορου έρωτα που δεν είναι να ζει στην καθημερινότητα αλλά τις Κυριακές και διακοπές.
 Κ αποτελούσε πάντα το μέτρο σύγκρισης.  Ή καλύτερα το ρεκόρ του έρωτα που δεν έσπασε ποτέ.
Η αλήθεια είναι πως όταν συμβίωναν μαζί ήταν σαν να ξημέρωνε πρωτοχρονιά. Σαν καθημερινή πρωινή λιακάδα. Σα βροχή το μεσημέρι που κάνει τη σιέστα πιο απολαυστική. Σαν απογευματινή βόλτα για ψώνια. Σαν ένα ολόγιομο φεγγάρι που φωτίζει γυμνά κορμιά.  Φρεσκοπλυμένα και ατσαλάκωτα σεντόνια που περιμένουν να μυρίσουν σπέρμα. Ρολόι που δεν είχε χρησιμότητα.
Η αλήθεια είναι ότι τότε ήταν και οι δύο φοιτητές. Ο έρωτας είχε όλο το έδαφος δικό του. Ένα χωράφι καλοοργωμένο από φιλιά με γλώσσα, οργασμούς και νυχιές.
Ο έρωτας όμως δεν τρέφει. Δεν εργάζεται. Δεν κάνει παιδιά.  Όταν τίθενται  τέτοια ζητήματα ανοίγει την πόρτα και φεύγει.
Τον καλείς ξανά αλλά βλέπεις ότι τα θέλω σου αλλάζουν.
Το ότι ολοκληρώνετε  μαζί, δεν σε ολοκληρώνει πλέον.
Θέλεις να χύσει μέσα όχι να αισθανθείς την ηδονή αλλά την προσμονή. Θέλεις να  γυρνάς σπίτι και να μην είναι στο κρεβάτι  αλλά στη δουλειά.  Θέλεις να μη φέρνει dvd και πίτσες αλλά απορρυπαντικά και λαχανικά. Να  μη σου κάνει έρωτα μέχρι το πρωί γιατί το πρωί πρέπει να πας στην τράπεζα. Να μη σου αγοράζει λούτρινα ζωάκια αλλά ανατομικές παντόφλες.  Να μην κανονίζετε διακοπές με βάση τον προορισμό αλλά με βάση τα κουπόνια κοινωνικού τουρισμού.
Αλλά αυτός ήταν μόνο για παρέα, λούτρινα, dvd, πίτσες και αχαλίνωτο sex που διακόπτεται μόνο για ύπνο. 
Ήταν το ψηλοτάκουνο. Το junk food. To βίπερ. Το καψουροτράγουδο. Τον επιζητούσε αλλά τώρα ήθελε κάτι αναπαυτικό, σπιτικό, μορφωτικό και ποιοτικό.
Έτσι χώρισε.

Τρίτη 6 Μαρτίου 2018

Κ όμως το γυαλί ξανακολλάει

Καθόταν δίπλα μου.
Δεν είχε αλλάξει κ πολύ. Είχε την ίδια αρκουδομαγκιά  του γυμνασίου.
Τότε που με χλεύαζε κ μου έσπασε εσκεμμένα τα γυαλιά της μυωπίας μου.
Φεύγοντας είχε ξεχάσει τα δικά του γυαλιά. Σηκώθηκα, τα πήρα κ τα έβαλα μέσα στην παλάμη μου.
Ήμουν έτοιμος να ασκήσω δύναμη, να τα συντρίψω κ μαζί τη θλίψη των εφηβικών χρόνων.
Αντ' αυτού του πρότασσα το χέρι.
-Τα γυαλιά σας.
-Σε ευχαριστώ. Εσύ δεν είσαι ο .......
- Όχι, εγώ είμαι δυνατός κ σίγουρος για τον εαυτό μου, πλέον.