Πέμπτη 11 Ιουλίου 2019

Στο ένα χέρι το aperol...

K αφού είχα επιλέξει τις αγαπημένες μου χαρτοπετσέτες, με 6 πακέτα ο κόσμος θα νόμιζε που διαθέτω την ταβέρνα «Αναστάσης όλα στα κάρβουνα, ακόμη κ η αξιοπρέπεια», περίμενα καρτερικά στην ουρά του ταμείου.
Οι λαϊκοί πολλοί. Λες κ όλοι αποφάσισαν την ίδια ώρα κ μέρα, να βρεθούν στο ίδιο κατάστημα με μένα, για να κερδίζουν style κ attitude.
Ένας τέτοιος μπροστά μου.
Με τη βερμουδίτσα του, το t-shirt του, την παντόφλα του κ το νύχι του μεγάλου δαχτύλου του ποδιού, απειλητικό κ μεγαλειώδες.
Λίγο το πώς βαριέμαι εδώ με τη φτωχολογιά, λίγο που ήταν πιο κοντός από εμένα (όχι κακοπροαίρετοι, δεν ήταν νάνος), ξεκίνησα να βλέπω τι γράφει στο messenger.
“Μωράκι μου (κλασική ατάκα γυπαετού με φωλιά σε ραχούλα) δε μπορώ σήμερα. Θα σε δω αύριο στη δουλειά κ εκεί θα κανονίσουμε για βράδυ»
Αμέσως μετά έστρεψα το βλέμμα μου από την οθόνη του κινητού (της πλέμπας) στη φάτσα του κ μονολόγησα σκεπτόμενος: «για όλους έχει ο Θεός».
Διευρύνοντας το οπτικό μου πεδίο, βλέπω μέσα στο καρότσι του, πέρα από αυτά τα «αντρικά» (βίδες, κατσαβίδια- πιάνει το χέρι του) κ μια γυναικεία τσάντα κ σε λίγο μια κοπέλα (ο Θεός δεν ήταν γενναιόδωρος μαζί της) να τον αγκαλιάζει, να του δίνει ένα φιλί κ να του λέει δείχνοντας ένα μικρό φωτιστικό που κρατούσε στο χέρι της: «δεν είναι υπέροχο για το κομοδίνο της κρεβατοκάμαρας;»
Έστρεψα το βλέμμα μου ξανά στο λαϊκό παιδί, είπα να του πω «ρε μπαγάσα με τέτοια φάτσα πως τα καταφέρνεις;» κ στην πτωχή: «δεν υπάρχει ευτυχία που να κόβεται στα τρία αλλά μήπως θα ήταν καλύτερα να του κόψεις τα δικά του;».
Πλήρωσα τις χαρτοπετσέτες κ επιβεβαίωσα για μια ακόμη φορά πως όπου πτωχός κ πήδικουλας, ενώ εμείς της καλής κοινωνίας με το aperol στο χέρι....

Κυριακή 7 Ιουλίου 2019

Πράσινο-Κόκκινο-Μπλε

Ήταν Οκτώβρης του 1981.
Ο θείος (αδερφός της μαμάς μου) ερχόταν από Θεσσαλονίκη για να συμμετέχει στην εκλογική διαδικασία.
Στο καπό του πράσινου kadett, αφίσα με τον Ανδρέα κ στα πίσω καθίσματα εγώ με τα ξαδέρφια μου.
Λίγο πριν την είσοδο του χωριού, βγάζαμε τις πλαστικές  σημαίες έξω από τα παράθυρα, έβαζε ο θείος την κασέτα κ υπό τους ήχους του "Ο ήλιος ο πράσινος" κ του "ΠΑΣΟΚ-ΠΑΣΟΚ" (σχηματισμένο από τις παιδικές μας χορδές) κάναμε θριαμβευτική είσοδο.
Στον αυλόγυρο του σχολείου-εκλογικό κέντρο συναντούσαμε άλλα παιδιά που είχαν σημαίες της Νέα Δημοκρατίας κ ήμασταν αρχικά διστακτικοί με ένα που οι γονείς του ψήφιζαν κουκουέ.
Κ όλα μαζί παίζαμε,γελούσαμε κ ας μη γνωρίζαμε τότε πως το μέλλον μας το αποφασίζουμε κ το σχηματοποιούμε εμείς κ μόνο.